ΕΛ/ΛΑΚ | creativecommons.gr | mycontent.ellak.gr |
freedom

Προσχέδιο οδηγιών για την προστασία πληροφοριοδοτών στην Ευρώπη

Η διακομματική ομάδα ITCO (Integrity Transparency Corruption and Organised Crime) και η ομάδα των Πρασίνων/EFA (European Free Alliance)  παρουσίασαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ένα σχέδιο οδηγιών για την προστασία των πληροφοριοδοτών σε όλη την Ευρώπη σε μια δημόσια εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, στις 4 Μαΐου 2016, την τελευταία ημέρα της δίκης του Antoine Deltour και του Edouard Perrin για το σκάνδαλο Luxleaks. Το εξής προσχέδιο οδηγιών έχει ως στόχο να εμπνεύσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χρησιμοποιήσει την εξουσία της για να προτείνει νομοθεσία για την προστασία των πληροφοριοδοτών σε όλη την Ευρώπη.

05_Whistle-blower_EN_twitter

Προσχέδιο οδηγιών για την προστασία των πληροφοριοδοτών σε όλη την Ευρώπη:
Μια πρωτοβουλία της παράταξης των Greens-EFA για την Διαφάνεια και την Δημοκρατία

1. Τι είναι οι πληροφοριοδότες και γιατί πρέπει να τους προστατεύουμε;

Σε έναν κόσμο στον οποίο η διαφάνεια δεν είναι πάντα ο κανόνας και στον οποίο η θεσμοθετημένη μυστικότητα εξακολουθεί να επιτρέπει σε κάποιους να δράσουν ενάντια στο δημόσιο συμφέρον χωρίς το φόβο της σύλληψης ή της προσαγωγής στη δικαιοσύνη, οι πληροφοριοδότες είναι απαραίτητοι για την προστασία των δημοκρατιών μας. Αρκετά σκάνδαλα που είδαν το φως της δημοσιότητας – όπως τα έγγραφα του Παναμά, τα SwissLeaks, LuxLeaks, ή ακόμη και οι περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης στην Κεντρική Αφρική – πιθανώς θα  παρέμεναν άγνωστα, χωρίς το θάρρος γενναίων γυναικών και ανδρών που επέλεξαν να  υψώσουν τη φωνή τους και να υπερασπιστούν το δημόσιο συμφέρον. Καθώς δεν υπάρχει ισχυρή νομική προστασία, οι πληροφοριοδότες συχνά διακινδυνεύουν την καριέρα τους, τη φήμη τους και την προστασία της ιδιωτικής τους ζωής. Οι πιέσεις που αντιμετωπίζουν ως αποτέλεσμα των αποκαλύψεών τους, οι οποίες περιλαμβάνουν ποινικές και αστικές διαδικασίες, είναι μια σαφής ένδειξη ότι οι δημοκρατίες μας δεν έχουν ακόμη αναπτύξει ικανοποιητικά νομικά μέσα για την προστασία όσων αποκαλύπτουν πληροφορίες προς το δημόσιο συμφέρον. Επιπλέον, οι μυστικές εμπορικές συμφωνίες που θα υιοθετηθούν σύντομα  έχουν επεκτείνει τα μέτρα προστασίας και στα εμπορικά μυστικά των επιχειρήσεων και, επομένως, έχουν κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη να εξασφαλιστεί ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας για τους καταγγέλλοντες σε ολόκληρη την ΕΕ. Τέλος, παρανομίες συμβαίνουν και διασυνοριακά, και συχνά επηρεάζουν αρνητικά την εσωτερική αγορά.

2. Γιατί να δράσουμε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι σε Εθνικό;

Η προστασία των πληροφοριοδοτών στην Ευρώπη είναι εξαιρετικά μη ομοιόμορφη. Όπου υπάρχει προστασία, οι διατάξεις τείνουν να είναι διάσπαρτες σε διάφορες νομοθεσίες, με ορισμένα κράτη-μέλη να έχουν καθορίσει κάποιο επίπεδο προστασίας στους νόμους κατά της διαφθοράς, κάποια άλλα στους νόμους της δημόσιας υπηρεσίας, άλλα πάλι στην εργατική, ποινική και τομεακή νομοθεσία, αφήνοντας όμως εκμεταλλεύσιμα σημαντικά νομικά κενά και τρύπες. Κατά συνέπεια, οι πληροφοριοδότες στα διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ απολαμβάνουν άνισα επίπεδα προστασίας, ενώ σε έξι χώρες δεν χαίρουν καμίας απολύτως προστασίας (Ισπανία, Ελλάδα, Φινλανδία, Σλοβακία, Βουλγαρία και Πορτογαλία).
Επιπλέον, το δημόσιο συμφέρον από τις δημοσιοποιήσεις των πληροφοριοδοτών εκτείνεται πέραν του εθνικού επιπέδου. Υπάρχει ένα γενικό ευρωπαϊκό δημόσιο συμφέρον το οποίο δεν μπορεί να περιοριστεί απλώς στο άθροισμα των επιμέρους συμφερόντων του κάθε κράτους μέλους. Για παράδειγμα, το σκάνδαλο LuxLeaks θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα τέτοιο: αν και οι αρχές του Λουξεμβούργου θα μπορούσαν να πιστέψουν ότι υπάρχει δημόσιο συμφέρον για τη διατήρηση των μυστικών φορολογικών συμφωνιών που αφορούν τους «αγαπημένους» τους, είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι αυτό αποτελεί ίδιο συμφέρον και για τα άλλα κράτη μέλη, τα οποία, σαν αποτέλεσμα, χάνουν φορολογικά έσοδα. Για το λόγο αυτό, μια συλλογή εθνικών νομοθετημάτων για την προστασία των πληροφοριοδοτών δεν θα εξασφαλίσει ποτέ ότι, εντός της ΕΕ, εκείνοι που έχουν το θάρρος να αποκαλύψουν πληροφορίες δημοσίου συμφέροντος θα προστατεύονται δεόντως.

3. Είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση ικανή να νομοθετήσει για την προστασία των πληροφοριοδοτών;

Ναι, η ΕΕ έχει πολλές δυνατότητες για την παροχή προστασίας σε πληροφοριοδότες, όπως φαίνεται και από το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία ήδη καλύπτει όσους αποκαλύπτουν ευαίσθητες δημοσίου συμφέροντος πληροφορίες όταν πρόκειται για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος ή για την αντιμετώπιση της κατάχρησης της αγοράς, έτσι ώστε να προστατευθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
Επιπλέον, τα άρθρα 151 και 153 (2) (β) της TFEU παρέχουν μια σαφή και ξεκάθαρη βάση για νομοθετική δράση της ΕΕ η οποία θα ενδυνάμωνε τους εργαζόμενους να καταγγέλλουν παρανομίες, με τη δημιουργία ενός πλαισίου που παρέχει νομική βεβαιότητα και η οποία θεσπίζει ένα κοινό ελάχιστο επίπεδο νομικής προστασίας των εργαζομένων σε ολόκληρη την Ένωση. Εξάλλου, παρότι οι κακουχίες που έχει να αντιμετωπίσει ένας πληροφοριοδότης είναι πολύπλευρες, σχεδόν πάντα ξεκινούν από το χώρο εργασίας και έχουν επίσης συνέπειες στις προοπτικές σταδιοδρομίας του. Με την επιλογή της συγκεκριμένης νομικής βάσης, έχουμε εξασφαλίσει ότι η οδηγία θα ισχύει για όλους τους τομείς δραστηριοτήτων καλύπτοντας έτσι τόσο την δημόσια όσο και την ιδιωτική σφαίρα.

4. Ποιος θα προστατευθεί;

Η οδηγία αυτή αποσκοπεί στην προστασία κάθε πληροφοριοδότη, που ορίζεται ως «κάθε εργαζόμενος ή εργολάβος που αποκαλύπτει, επιχειρεί να, ή  γίνεται αντιληπτό ότι, αποκαλύπτει πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία που αφορούν το δημόσιο συμφέρον ή που συνδέονται με απειλή ή πρόληψη ζημίας του δημοσίου συμφέροντος, για  τα οποία αυτός ή αυτή έχει λάβει γνώση από το  πλαίσιο της σχέσης του/της με την εργασία του/της.» Με τη χρήση ενός ευρύτερου ορισμού για τον «εργαζόμενο» (κάθε πρόσωπο που απασχολείται από έναν εργοδότη, συμπεριλαμβανομένων των ασκουμένων, των μαθητευομένων και πρώην εργαζομένων) είμαστε σε θέση να καλύψουμε ένα ευρύ φάσμα περιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένης για παράδειγμα, της περίπτωσης του Edward Snowden, ο οποίος ήταν ένας ανάδοχος για την Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας των ΗΠΑ.

5. Είναι σημαντική η πρόθεση πίσω από μια αποκάλυψη;

Όπως προτείνεται  από το Συμβούλιο της Ευρώπης και τον ΟΗΕ και όπως περιλαμβάνεται στο ιρλανδικό δίκαιο για τους πληροφοριοδότες, πιστεύουμε ότι οι προσωπικές προθέσεις πίσω από μια αποκάλυψη πληροφοριών δεν είναι σχετικές. Αντ’ αυτού, επικεντρωνόμαστε στην ίδια την πληροφορία, καθώς και στο αν η έκθεσή της είναι πράγματι προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται οι διαμάχες για το αν ή όχι η πώληση πληροφοριών μετράει ως δημόσια αποκάλυψη. Αυτό σχετίζεται για παράδειγμα με την περίπτωση του Swissleaks όπου ο Hervé Falciani, όπως αναφέρεται, προσέφερε τις πληροφορίες για τους πελάτες της HSBC με  αντάλλαγμα μια αμοιβή. Δεδομένου ότι οι πληροφορίες ήταν επωφελείς για το δημόσιο συμφέρον, θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα πρόταση οδηγίας.

6. Πώς/σε ποιους μπορεί ο καταγγέλλων να παρέχει τις πληροφορίες;

Σύμφωνα με την πρότασή μας μια προστατευόμενη αποκάλυψη μπορεί να γίνει με κάθε διαθέσιμο, στον πληροφοριοδότη, μέσο. Με το να μην απαιτείται η/ο πληροφοριοδότης να περάσει μέσα από ένα συγκεκριμένο κανάλι αναφοράς (εκτός από τις πληροφορίες που αφορούν την εθνική ασφάλεια ή διαβαθμισμένο υλικό) αποφεύγουμε καταστάσεις στις οποίες ο καταγγέλλων θα πρέπει να αποκαλύψει πληροφορίες σε άτομα ή οργανώσεις που ήδη γνωρίζουν το πιθανό σκάνδαλο και το οποίο θα μπορούσε να δημιουργήσει τον κίνδυνο της μη δημοσιοποιήσής τους.
Η οδηγία περιλαμβάνει επίσης την απαίτηση από τον εργοδότη ή τις αρμόδιες αρχές να παραδώσουν μια απόδειξη παραλαβής την ενημέρωσης από τους πληροφοριοδότες και την ενημέρωση τους εντός 30 ημερών για οποιαδήποτε ενέργεια πράξουν ως συνέπεια της αποκάλυψης των πληροφοριών αυτών.

7. Τι προστασία παρέχει η οδηγία στους πληροφοριοδότες;

Η προστασία περιλαμβάνει εξαιρέσεις από την ποινική διαδικασία που σχετίζεται με την προστατευόμενη αποκάλυψη, απαλλαγές από αστικές διαδικασίες, πειθαρχικά μέτρα και απαγορεύσεις άλλων μορφών αντιποίνων, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων της απόλυσης, του υποβιβασμού, της παρακράτησης της προαγωγής, του εξαναγκασμού, του εκφοβισμού, κτλ.
Επιπλέον, η οδηγία προβλέπει ότι θα πρέπει να παραχωρηθεί ανωνυμία στον πληροφοριοδότη και εμπιστευτικότητα στις προστατευόμενες αποκαλύψεις του.

8. Τι θα συμβεί αν ένας πληροφοριοδότης αποκαλύψει εμπορικά μυστικά ή πληροφορίες που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια;

Η οδηγία προστατεύει τους πληροφοριοδότες οι οποίοι αποκαλύπτουν εμπορικά μυστικά, καθώς και εμπιστευτικές πληροφορίες που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια, αν και μια ειδική διαδικασία προβλέπεται για την τελευταία περίπτωση.
Σε περίπτωση επικάλυψης ή σύγκρουσης μεταξύ της οδηγίας για την προστασία των πληροφοριοδοτών και της οδηγίας για τα εμπορικά μυστικά, οι διατάξεις για την προστασία των πληροφοριοδοτών πρέπει να τηρούνται. Το ίδιο ισχύει όπου η πληροφορία σχετίζεται με θέματα εθνικής ασφάλειας. Έτσι, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της προστασίας των εμπορικών μυστικών σε βάρος του πληροφοριοδότη, έστω και αν οι πληροφορίες που αποκάλυψε δεν αφορούν μια παρανομία. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η οδηγία θα προστατεύσει ανθρώπους σαν τον Antoine Deltour, που αυτόν τον καιρό δικάζεται μετά από τις αποκαλύψεις LuxLeaks.

9. Τι θα κάνετε μετά;

Η πιο πρόσφατη πρόσκληση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη νομοθεσία της προστασίας των πληροφοριοδοτών όρισε, στην έκθεση της ειδικής επιτροπής ΤΑΧΕ (European Parliament’s Special Committee on Tax Rulings), προθεσμία ως τον Ιούνιο του 2016 για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αντιδράσει. Σκοπεύουμε να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε, έτσι ώστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει, τελικά, τη νομοθεσία για την προστασία των πληροφοριοδοτών σε όλη την ΕΕ. Έχουμε ήδη ευρεία διακομματική στήριξη για το θέμα, όπως φαίνεται από τα πολυάριθμα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ζητούσαν από την Επιτροπή να προτείνει ειδική νομοθεσία.

Πηγή άρθρου: https://medialibre.net/

Leave a Comment